POKKA KAI ΕΧΘΡΙΚΟΣ ΩΚΕΑΝΟΣ

.

ΠΟΙΟΣ; ~ΜΕΡΟΣ 4~

Πρώτον: επαναλαμβάνονται οι ίδιες απλές λέξεις και φράσεις. Μερικά απλά επίθετα για να συμπληρωθεί η ομοιοκαταληξία και μια συγκεκριμένη έκδοση της ελληνικής γλώσσας που συναντάται αποκλειστικά και μόνο στην πρωτεύουσα. Την οποία και ο ακροατής έχει υποχρέωση να μάθει, αν θέλει να λέει ότι είναι μέσα στις εξελίξεις. Αν μιλάνε και αλλού έτσι, είναι γιατί προσπαθούν να μοιάσουν αντιγράφοντας, χωρίς να έχουν οι ίδιοι ταυτότητα κι εαυτό.

Δεύτερον: Δεν υπάρχουν συγκροτήματα, αλλά μόνο καλλιτέχνες, με καταδεικτική αδιαφορία στην αναφορά των λοιπών ιθυνόντων του εγχειρήματος. Στο τραγούδι ακούς δέκα όργανα, αλλά μόνο ο τραγουδιστής ή η τραγουδίστρια ονομάζονται και φωτογραφίζονται. Τα ονόματα των υπολοίπων γράφονται στην τελευταία σελίδα, λίγο πριν την προειδοποίηση να μην αφήνεται ο δίσκος πάνω σε σκληρές επιφάνειες γιατί θα χαλάσει.


Ποιοί είναι αυτοί;
Τρίτον: για να είναι τόσο ασήμαντοι αυτοί οι σκλάβοι και να φαίνονται μόνο σε μια γωνιά, εξηγεί την επίσης πλήρη απουσία αυτοσχεδιασμών. Δεν υπάρχει σημείο σε κανένα τραγούδι που να ανήκει αποκλειστικά σε κάποιον (εκτός από τον τραγουδιστή), για να εκφραστεί μέσω του παιξίματός του. Τα κομμάτια που ακούγονται μπορεί να τα παίξει οποιοσδήποτε, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Κι έτσι…


Τέταρτον: …είναι πλήρως αντικαταστάσιμοι, και ολιγόμισθοι. Όταν κάποιος από το πλήρωμα του συγκροτήματος αποχωρήσει και στον επόμενο δίσκο θα είναι ένας άλλος, κανένας δε θα το καταλάβει. Δε μπορεί κανείς να πει με σιγουριά αν κάθε φορά είναι διαφορετικοί στις ζωντανές εμφανίσεις, στα επόμενα χρόνια ή ακόμα και στο επόμενο τραγούδι. Κανένας δε βγήκε ποτέ να τους ευχαριστήσει.


Πέμπτον: ο κάθε δίσκος έχει μέσα ένα τραγούδι άκρως απομνημονεύσιμο, που παίζεται στα ραδιόφωνα, στις τηλεοράσεις, γίνεται βίντεο κλιπ και τραγουδιέται από όλους συνέχεια, για λίγο καιρό. Υπάρχει κι άλλο ένα που είναι λιγότερο απομνημονεύσιμο, αλλά εξίσου χαριτωμένο και συμπαθητικό. Σε σπανιότατες περιπτώσεις που υπάρχει και τρίτο τέτοιο τραγούδι, όταν και ο δίσκος χαρακτηρίζεται από όλους μνημειώδης, αυτό είναι σαν το δεύτερο, αλλά ελαφρώς μικρότερης διάρκειας για να αποσείσει τις υποψίες διαφόρων εξερευνητών (αλλά όχι τις δικές μου). Τα υπόλοιπα δεν περιέχουν κανένα απολύτως νόημα και υπάρχουν μόνο και μόνο για να γεμίσει ο δίσκος και να είναι η τιμή του πιο υποφερτή. Πληρώνεις δυο-τρία τραγούδια στην τιμή των δέκα.


Έκτον: κανένα τραγούδι δεν έχει διάρκεια πάνω από πέντε λεπτά. Συνήθως είναι τρία λεπτά, όσα ακριβώς χρειάζεται για να παιχτεί στο ραδιόφωνο. Μερικά φτάνουν και τα τέσσερα με πέντε στην πιο ακραία περίπτωση, αλλά μέχρι εκεί. Αυτό πιστεύω ότι συμβαίνει γιατί με τόσο περιορισμένο το χώρο έκφρασης, από ένα σημείο κι έπειτα δεν υπάρχει κάτι για να πει κανείς εκτός από το να επαναλαμβάνει τα ίδια και τα ίδια.


Έβδομον: Έφυγες, ήρθες, με παράτησες, με λάτρεψες, σου τα χάρισα, μετάνιωσες, ξαναέφυγες, ξαναήρθες, κατάλαβες, αχαριστία, με αγάπησες, μοναξιά, φταις, χτύπος, πίνω, σκοτάδια, τσιγάρο. Κάτι τέτοια με έκαναν να σκεφτώ Το Πείραμα, που θα βρείτε ενδιαφέρον λίγο πιο κάτω.


Όγδοον: Αυτή η παρατήρηση δεν αναιρεί τη 2, 3 και 4 αλλά επισημαίνεται γιατί δεν είναι σωστό να τους βάζουμε όλους στο ίδιο καζάνι, πρέπει να αποδεχτούμε κι αυτήν εδώ την πιθανότητα. Τώρα τελευταία ένας καλός μου φίλος μου επέστησε την προσοχή σε μια καλά κρυμμένη πληροφορία. Τα όργανα που ακούγονται σε όλα τα «νεολαϊκά» τραγούδια μοιάζουν εκπληκτικά μεταξύ τους, άσχετα με οποιοδήποτε κριτήριο διαχωρισμού. Δηλαδή σχεδόν ότι και να βάλεις ν’ ακούσεις, αν βγάλεις τη φωνή θα απομείνει ένας γενικά ίδιος ήχος. Ο φίλος μου αυτός μου εξήγησε ότι δεν πρόκειται για ήχο οργάνων αλλά για υπολογιστή.
Ο ήχος του τραγουδιού δημιουργείται όταν ένας υπολογιστής προγραμματίζεται να φτιάξει ένα συγκεκριμένο σύνολο ήχων εκ του μηδενός, που αποκαλείται «τραγούδι». Ο υπολογιστής αυτός λοιπόν, έχει προηχογραφημένες όλες τις νότες που είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν για πολλά όργανα. Ο ηχολήπτης τις συνδυάζει με τη βοήθεια των κατάλληλων προγραμμάτων, κι έτσι τα μέρη των μουσικών οργάνων είναι σύντομα έτοιμα. Ο καλλιτέχνης πηγαίνει στο στούντιο όπου ο ηχολήπτης έχει ολοκληρώσει την προεργασία αυτή, και προσθέτει τη φωνή του στο προϋπάρχον κομμάτι.
Τί γίνεται με το υπόλοιπο «νεολαϊκό» μουσικό στερέωμα όμως; Ποιες ενέργειες θα κάνει ένας άλλος καλλιτέχνης για το δικό του δίσκο; Μα, τι άλλο από το να πάει κι αυτός σε παρόμοιο μέρος. Αν δεν πάει στο ίδιο στούντιο με τον πρώτο, θα πάει σε άλλο που θα κάνει παρόμοια δουλειά με παρόμοια προγράμματα.
Σ’ αυτό το σημείο αναρωτήθηκα : τα ίδια προγράμματα, οι ίδιοι ήχοι, οι ίδιοι στίχοι, τι φτιάχνουν; Δε θ’ απαντήσω εγώ για τον αναγνώστη, θα τον αφήσω ν’ απαντήσει ολομόναχος, αλλά όχι ακόμα. Έχουμε κι άλλα επιχειρήματα να εξετάσουμε.
Αυτό που διαπίστωσα και μόνος μου, προσέχοντας τις διακυμάνσεις και τις εναλλαγές των οργάνων συγκεκριμένα και όχι γενικά το κάθε κομμάτι σαν ολότητα είναι ότι ο περίπου ίδιος ήχος είναι φανερός ακόμα κι αν συμπεριλάβεις και τις φωνές που ακούγονται. Αυτό ενισχύει ακόμα περισσότερο τα συμπεράσματα του Πειράματος, που θα δούμε αμέσως παρακάτω.


Ένατον: Τα δύσκολα θέματα όπως η εκδίκηση, η μισαλλοδοξία, ο εθισμός, η προδοσία, η ειλικρινής συγγνώμη και άλλα συναφή είναι ξεγραμμένα από τον κατάλογο των «λαϊκών» τραγουδιών. Γιατί ο ακροατής φοβάται να τα αντιμετωπίσει. Μπορεί να πληρώσει χρήματα για να απαλύνει την ψυχή του ή του συνανθρώπου του. Ίσως αδιαφορήσει εντελώς, ξέροντας ότι η κατάσταση που του παρουσιάστηκε θα χαθεί μέσα στον κυκεώνα της ανωνυμίας της μεγαλούπολης που υποτίθεται ότι πρέπει να ζεις. Αν δε ζεις στη μεγαλούπολη, δε μπορείς να ελπίζεις ότι θα εξαφανιστείς στο πλήθος, και τα «λαϊκά» τραγούδια δε σου λένε τι γίνεται τότε.
Αλλά ποτέ, μα ποτέ, ο ακροατής δε θα βρεθεί απέναντι από την αλήθεια. Αν βρεθεί, δε θα ξέρει τι να κάνει ή θα πέσει μέσα στο λάκκο με την πίσσα, κάνοντας κάτι άσχετο με τα γεγονότα. Υπάρχουν άλλοι να το κάνουν, αυτοί που ξέρουν από την πραγματική ζωή και που πληρώνονται γι’ αυτό. Υπάρχουν και άτομα έτοιμα να θυσιάσουν τα πάντα, και που δουλειά τους είναι να καθαρίζουν τις βρωμοδουλειές άλλων που προσπαθούν να κάνουν τους στίχους που ακούνε πραγματικότητα.


Δέκατον: Αν τα λαϊκά απευθύνονται εκεί που λέει η λέξη «στο λαό», έχω τη γνώμη πως πολύ λίγοι πια από τον απλό λαό έχουν την ευχέρεια να ασχοληθούν μ' αυτά. Όταν χρειάζεται να μετράς τα ωραία σου λεφτουδάκια που είχες σκοπό να διοχετεύσεις κάπου όπου χρειάζεται ή να αναβάλλεις αυτό που χρειάζεσαι για λίγο καιρό, με σκοπό να πας να διασκεδάσεις για μια βραδιά «λαϊκά», μάλλον αυτό που κάνεις δεν είναι λαϊκό αλλά πλουσιοπάροχο ή δυσβάσταχτο οικονομικά ή δεν ξέρω κι εγώ τί άλλο, μα σίγουρα όχι για την τσέπη σου.


Γιατί δε βρήκα την αγάπη και τον έρωτα: Μοιάζουν πολύ, η ομοιότητα είναι παραπάνω από εκπληκτική, αλλά θα δούμε ότι πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικές έννοιες. Είναι σαν δυο σταγόνες, μόνο που η μια είναι σκέτο νερό και η άλλη το ποτό της Αθανασίας. Το θέμα για το οποίο μιλάει το «νεολαϊκό» ρεύμα της μουσικής δεν είναι αγάπη και έρωτας. Δεν ξέρω πώς λέγεται και μάλλον δεν έχει όνομα. Ο περιγραφικός της ορισμός είναι ο εξής.
Είναι μια ρευστή αλλά περιορισμένη αντίληψη αποκλειστικά περί διαπροσωπικών σχέσεων η οποία διηθείται μέσα από αρχέγονα ένστικτα για σεξουαλική ικανοποίηση, εκδίκηση και κατάθλιψη. Αυτό είναι το θεματικό υπόστρωμα και μόνο αυτό.
Κανένα «λαϊκό» τραγούδι δε μπορεί να ξεφύγει από τον παραπάνω ορισμό. Αν το κάνει, δε θα λέγεται πια «λαϊκό» και θα εξυπηρετεί άλλους σκοπούς. Με όποιες απόρροιες κι αν υφίστανται.

Θα το εξηγήσω αμέσως πιο απλά. Υπάρχουν, μέχρι στιγμής, δύο φύλα. Ο άντρας και η γυναίκα. Οι ομοφυλοφιλικές ή αμφιφιλικές σεξουαλικές παρεκκλίσεις δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να επιτρέπουν σε κάποιο άτομο να παριστάνει τον άντρα ή τη γυναίκα ενώ δεν είναι. Δε δημιουργούν άλλα φύλα.
Τώρα, οι σχέσεις μεταξύ των φύλων είναι πολύ απλές και συγκεκριμένες. Ο ένας παίρνει και ο άλλος δίνει. Μην πάει ο νους σας αποκλειστικά στο πονηρό, δεν εννοώ μόνο αυτό. Η μια πλευρά είναι καταδικασμένη να δίνει και η άλλη καταδικασμένη να περιμένει αυτό που έχει να δώσει η άλλη. Οποιαδήποτε άλλη συμπεριφορά έχει επικρατήσει στις κοινωνίες του επονομαζόμενου «πολιτισμένου» κόσμουνα μην είναι κατάπτυστη μόνο αλλά εξωφρενική και μερικές φορές δείγμα ψυχολογικής ασθένειας.

Δεν είναι σωστό να ζητήσει μια κοπέλα από ένα αγόρι να πάνε μαζί στο χορό. Μόνο το αγόρι πρέπει να το πει αυτό. Αν ο χρόνος της πρόσκλησης κοντεύει να λήξει, η κοπέλα μπορεί να πάει στο αγόρι και να του υπενθυμίσει ότι αυτός πρέπει να της ζητήσει να την συνοδέψει, αλλά όχι να του το ζητήσει αυτή. Αν δεν γίνει έτσι η πρόσκληση, δεν υπάρχει χορός.
Η γυναίκα από την άλλη μεριά είναι μια πηγή ευθραυστότητας και ευαισθησίας. Ακόμα κι αν ένας άντρας έχει πρόβλημα, δε θα πάει στο φίλο του για να λάβει μια δόση συγκατάβασης ή παρηγοριάς. Γιατί ο φίλος του δεν έχει αυτά τα πράγματα για να του τα δώσει. Διαθέτει μόνο συμπεριφορές και απαντήσεις «από άντρες για άντρες» οι οποίοι φέρονται αντρίκεια. Δεν υποστηρίζω ότι μια τέτοια αντιμετώπιση είναι απαίσια. Αλλά ο πονεμένος φίλος μας δε θα βρει εκεί ούτε ευαισθησία ούτε ευθραυστότητα, γιατί την αναζητεί σε λάθος μέρος.
Μόνο μια γυναίκα έχει στάση τέτοια η οποία θα δώσει απάντηση στο ζήτημα που τον απασχολεί, που θα ξυπνήσει μέσα στον ακροατή την ιδέα της αυτοσυντήρησης μέσα από την ήρεμη επαναφορά από την αταξία στην ισορροπία. Κάποιες φορές η ιδέα αυτή είναι τόσο φανερή που κάποιος αναγνωρίζει ότι μια συμβουλή την έχει δώσει άντρας ή γυναίκα.

Δε μπορεί ένας άντρας να κλάψει επειδή τον άφησε μια γυναίκα. Δε μπορεί να τη δείρει. Δε μπορεί να την εκδικηθεί. Δε μπορεί να το ξεπεράσει εντελώς ποτέ. Μπορεί μόνο να πάει στα μπαράκια για άλλες γυναίκες με τους φίλους του. Μια γυναίκα δε γίνεται να μην δακρύσει κατά βάθος σε ένα χωρισμό. Είναι αδύνατον να μην του μαγειρέψει για να τον καταφέρει σε κάτι. Δεν μπορεί κάποιος να μην την προσέξει όταν είναι δυστυχισμένη.
Ο άντρας δεν είναι ποτέ δυστυχισμένος. Είναι μόνο ή ευτυχισμένος ή στην πορεία να γίνει ευτυχισμένος ξανά. Είναι ορκισμένος και έτοιμος να προστατέψει μια γυναίκα από τους κακούς, αλλά ποτέ οι ρόλοι δεν αντιστρέφονται. Δούναι και λαβείν, φίλε μου.
Όταν δεις να γίνονται αντίστροφα όσα περιέγραψα παραπάνω, θα έχει έρθει το τέλος του κόσμου, και οι δρόμοι θα θρύβουν από ορδές δαιμόνων που θα ξεπετάγονται από σχισμές στο έδαφος, που από μέσα τους θα ξεπηδάει η κολασμένη φωτιά του Καθαρτηρίου.

Προφανώς οι συμπεριφορές αυτές δεν αναφέρονται στο απόλυτο σύνολο των ανδρών και των γυναικών. Υπάρχουν και περιπτώσεις στις οποίες τα παραπάνω δεν ισχύουν, και δεν πρόκειται ούτε για μεμονομένα περιστατικά ούτε για μειοψηφικές εξαιρέσεις ούτε για δακτυλοδεικτούμενα φαινόμενα στα οποία αποστρέφουμε το βλέμμα. Αλλά οι τρόποι ζωής αυτοί δεν προβάλλονται από αυτό που αποκαλείται «λαϊκή» μουσική. Τα «λαϊκά» διαπνέονται από μια αύρα η οποία ζει μέσα στους ανθρώπους που της ανοίγουν την καρδιά τους, γίνονται μέρος της και από εκεί και έπειτα βλέπουν τον κόσμο μέσα από αυτήν. Δεν γίνεται να απαλλαγούν από αυτή ποτέ, μόνο να ακολουθούν τη φιλοσοφία αυτή και μετά όλα τα υπόλοιπα. Σαν μια πόλη από την οποία δε μπορείς ποτέ να απομακρυνθείς ούτε σε απόσταση ούτε σε χρόνο.

Τώρα τελευταία συνάντησα και τον χαρακτηρισμό «ελληνικά» τραγούδια, όταν αναφέρθηκαν στην ίδια κατηγορία. Τα υπόλοιπα είναι προφανώς κινέζικα.

Αυτά τα επιχειρήματα πιστεύω να τα καταλαβαίνουν όλοι, γιατί είναι εκτός των άλλων γραμμένα με απλά λόγια. Όσοι έχουν νευριάσει είναι γιατί αρνούνται να παραδεχτούν την αλήθεια. Μην εκνευρίζεστε, γιατί έχω επιχειρήματα υπέρ και των δύο πλευρών.

συνεχίζεται...

0 Comments:

Post a Comment



Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα